
Ο όρος «παρατεταμένος θηλασμός» αναφέρεται, συνήθως, στα παιδιά που εξακολουθούν να θηλάζουν μετά τον πρώτο χρόνο ζωής. Στη χώρα μας παρόλο που μειώνονται τα ποσοστά του θηλασμού των νεογέννητων, αντίθετα αυξάνονται τα ποσοστά του θηλασμού των νηπίων.

Το μητρικό γάλα ακόμη και στα παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας προσφέρει αρκετά οφέλη. Όπως για παράδειγμα πρωτεΐνες, λίπη, σάκχαρα, αλλά και ενισχύει το ανοσοποιητικό τους, διότι λόγω των δραστηριοτήτων της ηλικίας τους έρχονται σε επαφή με περισσότερα μικρόβια από ότι ένα νεογέννητο. Ο θηλασμός βέβαια δεν είναι μόνο τροφή, είναι εγγύτητα, θαλπωρή, παρηγοριά. Το μικρό παιδί αποζητά συνεχώς την επαφή με τη μητέρα του και ο θηλασμός διευκολύνει στο μέγιστο βαθμό αυτή την επαφή και την αλληλεπίδραση.
- Υπάρχει βέβαια ένα μειονέκτημα και είναι τεράστιο, η αποδοκιμασία του περίγυρου. Η μητέρα που τολμά να πει ότι θηλάζει ακόμα το τρίχρονο για παράδειγμα παιδί της δέχεται αρνητικά σχόλια. Τα σχόλια αυτά ενδέχεται να την επηρεάσουν βαθιά, ειδικά όταν προέρχονται από παιδαγωγούς και επαγγελματίες υγείας.

Πρέπει επομένως, να ξεκαθαριστεί απολύτως και κατηγορηματικά ότι ο θηλασμός που συνεχίζεται όσο
επιθυμούν μητέρα και παιδί δεν έχει καμία, μα καμία, αρνητική επίδραση στη μετέπειτα σωματική, ψυχική, κοινωνική και συναισθηματική εξέλιξη του παιδιού.
Οι επιστήμονες που ασχολούνται με τον θηλασμό υποστηρίζουν ότι τα περισσότερα παιδιά αποθηλάζουν αυθόρμητα ανάμεσα στα 3 με 4 χρόνια ζωής.
Συμπερασματικά, ο θηλασμός του βρέφους και του μικρού παιδιού δε σταματά ποτέ να είναι ευεργετικός. Ο ρόλος της μητέρας είναι να καθοδηγεί το παιδί της προς την ανεξαρτησία, σεβόμενη τις ανάγκες του. Το πιο σωστό θα ήταν ο περίγυρος της οικογένειας να στηρίζει την σχέση μητέρας και παιδιού αφήνοντας στην άκρη τις δικές τους πεποιθήσεις και στερεότυπα.