Οι πηγές αυτές είναι κενά που δημιουργούνται από τα οστά του κεφαλιού τα οποία δεν έχουν αναπτυχθεί ακόμη πλήρως. Αυτό γίνεται έτσι ώστε κατά τη διάρκεια του τοκετού να μπορέσει να περάσει το μωρό από το γεννητικό σωλήνα της μητέρας καθώς επίσης και για να αναπτυχθεί ο εγκέφαλός του, αφού τα πρώτα δύο χρόνια ζωής ο όγκος του εγκεφάλου μας τετραπλασιάζεται .
Έτσι λοιπόν, μπορεί να υπάρξει ένα διάχυτο πρήξιμο στην κορυφή του κεφαλιού από την πίεση κατά τη δίοδο από τον γεννητικό σωλήνα το οποίο ονομάζεται προκεφαλή. Είναι ένα απλό οίδημα χωρίς αιμορραγία και υποχωρεί συντομότερα σε σχέση με το κεφαλαιμάτωμα το οποίο συμβαίνει στα μωρά τα οποία κατά
την έξοδο χρησιμοποιήθηκε εμβρυουλκία ή αλλιώς βεντούζα και δημιουργείται μία μικρή διόγκωση που θα απορροφηθεί σε βάθος χρόνου.
Το μεγαλύτερο σημείο ονομάζεται μεγάλη πηγή ή αλλιώς πρόσθια και βρίσκεται μπροστά, στην κορυφή του κεφαλιού. Αρχίζει να κλείνει περίπου στους έξι μήνες του μωρού αλλά τελείως κλείνει περίπου στο χρόνο. Η πηγή αυτή μπορεί να γίνεται ορατή, να φουσκώνει ακόμη και να πάλλεται όταν το μωρό κλαίει ή σφίγγεται. Όταν όμως μπαίνει προς τα μέσα μπορεί να είναι σημάδι αφυδάτωσης του μωρού.
Όταν μία ή περισσότερες από τις ραφές αυτές κλείνουν νωρίτερα, το φαινόμενο αυτό ονομάζεται κρανιοσυνοστέωση. Η χειρουργική αντιμετώπιση για το άνοιγμα μιας ραφής που έχει κλείσει πρόωρα μπορεί να είναι ο μόνος τρόπος πρόληψης της μη αναστρέψιμης ανάπτυξης του κεφαλιού ή ακόμη και του εγκεφάλου.
Για τη συγκεκριμένη διαδικασία απαιτείται μια ομαδική προσέγγιση στην οποία κρανιογναθοπροσωπικοί χειρουργοί και νευροχειρουργοί σχεδιάζουν και πραγματοποιούν μαζί την επέμβαση με στόχο το καλύτερο
δυνατό αισθητικό και λειτουργικό αποτέλεσμα για το παιδί.
Κάποιες από τις πιο συνηθισμένες παραμορφώσεις κρανιοσυνοστέωσης είναι οι εξής: σκαφοκεφαλία, τριγωνοκεφαλία, παραμορφωτική πλαγιοκεφαλία, βραχυκεφαλία, μικροκεφαλία κλπ.