Η Ευτυχία Νούλα από το χωριό Στράνωμα της ορεινής Ναυπακτίας υιοθετήθηκε το 1958 όταν ήταν τριών ετών από ένα ζευγάρι Αμερικανών, όμως ποτέ δεν ξέχασε τις ρίζες της. Κατάφερε, έπειτα από δεκαετίες, να βρει τη βιολογική της μητέρα, και τα συναισθήματα που ένιωσε, ήθελε να τα προσφέρει και σε άλλους, σαν και αυτήν.
Πρόκειται για το «The Eftychia Project», έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες, που λειτουργεί από το 2019. Στόχος, όπως λέει η ιδρύτριά του, «να κερδηθεί μια χαμένη γενιά υπερήφανων Ελλήνων πολιτών, που το μόνο που θέλουν είναι να έρθουν στο σπίτι τους και να μεταφέρουν την αγάπη τους για την Ελλάδα και τους ανθρώπους της στις επόμενες γενιές»…
Μια ιστορία Ευτυχίας
Το μελαχρινό κοριτσάκι με το λευκό φόρεμα που θυμίζει βαπτιστικό ρούχο και την ασορτί κορδέλα στα μαλλιά, κρατά με ακουμπισμένο το δεξί του χέρι στο σημείο της καρδιάς, ένα χαρτί με την αμερικανική σημαία και τη λεζάντα «A Welcome to US Citizenship», κοιτώντας κατάματα τον φωτογραφικό φακό. Πίσω της, μια καλοντυμένη γυναίκα με φωτεινό βλέμμα και επιβλητικό παρουσιαστικό, χαμογελάει πλατιά, στραμμένη κι αυτή προς τον φακό.
Η τρίχρονη τότε Ευτυχία, μόλις έχει λάβει την αμερικάνικη υπηκοότητα
Η πολυκαιρισμένη ασπρόμαυρη φωτογραφία, που τραβήχτηκε δεκαετίες πριν, αποτυπώνει γλαφυρά τη στιγμή που η τρίχρονη Ευτυχία Νούλα από το χωριό Στράνωμα της ορεινής Ναυπακτίας πολιτογραφείται Αμερικανίδα πολίτης και παίρνει το όνομα Λίντα Κάρολ Φόρρεστ, υπό το τρυφερό βλέμμα της νέας της μητέρας.
Τότε, το τρίχρονο κοριτσάκι δεν είχε ιδέα πως ήταν ένα από τα εκατοντάδες παιδιά που εστάλησαν για υιοθεσία στην Αμερική την περίοδο 1948-1962, ούτε ότι δεκαετίες μετά, έχοντας δημιουργήσει η ίδια τη δική της ευτυχισμένη οικογένεια, όχι μόνο θα έβρισκε τη βιολογική της μητέρα αλλά θα ξεκινούσε το δικό της πρότζεκτ προκειμένου να φέρει την ευτυχία που η ίδια βιώνει, περιστοιχισμένη από την αγάπη των δικών της στην Ελλάδα, σε δεκάδες άλλους ανθρώπους με ιστορία παρόμοια με τη δική της.
Η ιστορία της Ευτυχίας -όπως επιμένει η ίδια να την αποκαλούν- πήρε μεγάλη δημοσιότητα πριν από μερικά χρόνια, όταν η ίδια επανενώθηκε με τη βιολογική της μητέρα. Ήταν τέτοια η ένταση των συναισθημάτων που βίωσε, που έβαλε σκοπό ζωής να βοηθήσει κι άλλους μέσα από το «The Eftychia Project», έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες, που από το 2019 έχει φέρει το χαμόγελο στα χείλη αρκετών ανθρώπων, που βρήκαν τις ρίζες τους.
Κι ενώ η αρχική πρόθεση ήταν να βοηθηθούν πρωτίστως τα ελληνικής καταγωγής υιοθετημένα παιδιά από την Αμερική, το «The Eftychia Project» επέκτεινε το πεδίο δράσης του για συμπεριλάβει όλα τα υιοθετημένα παιδιά (ελληνικής καταγωγής) που αναζητούν τις ρίζες τους, ανεξαρτήτως χώρας υιοθεσίας, αλλά και να ανοίξει τον δρόμο σε ελληνικές οικογένειες που ψάχνουν τα χαμένα (λόγω υιοθεσίας) παιδιά τους.
Μέχρι σήμερα, το «The Eftychia Project» έχει επανασυνδέσει δεκαπέντε υιοθετημένα παιδιά με τις βιολογικές τους οικογένειες στην Ελλάδα, ενώ δεκάδες είναι αυτοί που εξακολουθούν να ψάχνουν, με την ελπίδα πως και το δικό τους όνειρο για επανένωση θα πάρει «σάρκα και οστά», ενώ παράλληλα «τρέχει» και η δωρεάν παροχή κιτ DNA σε υιοθετημένους/-ες από την Ελλάδα και σε ελληνικές οικογένειες που αναζητούν τα αγαπημένα τους πρόσωπα.
Αναζητώντας τη «χαμένη» ταυτότητα
Μεγαλώνοντας περιστοιχισμένη από πολλή αγάπη και φροντίδα, η Ευτυχία γνώριζε ότι οι γονείς της, Τζέιμς και Ρουθ Φόρεστ, την είχαν υιοθετήσει από την Ελλάδα – χωρίς ωστόσο να ξέρει ότι η βιολογική της μητέρα ζει. Ήταν πραγματικά ευτυχισμένη και δεν ένιωθε να λείπει τίποτα από τη ζωή της. Όταν το 2017, όμως, έχασε τη μητέρα της -δυο χρόνια νωρίτερα είχε χάσει και τον πατέρα της- ένιωσε στο πετσί της την ορφάνια και παράλληλα την ανάγκη να βρει τη βιολογική της οικογένεια.
Στάθηκε τυχερή καθώς δεν χρειάστηκαν παρά μόνο μερικοί μήνες για να βρει τη μητέρα που την έφερε στη ζωή και που νόμιζε ότι είχε πεθάνει στη γέννα κι ένιωσε ευλογημένη όταν η μητρική αγκαλιά άνοιξε διάπλατα για να την υποδεχτεί στο αεροδρόμιο αλλά και όταν κατάφερε να πάρει την ελληνική ιθαγένεια- αυτή που, όπως τονίζει, μιλώντας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, έχασε χωρίς η ίδια να επιθυμεί κάτι τέτοιο, αφού ήταν μικρό παιδί όταν υιοθετήθηκε από Αμερικανούς γονείς, το 1958, από το Βρεφοκομείο Αθηνών.
Η Ευτυχία συναντά τη μητέρα της, για πρώτη φορά, στο αεροδρόμιο
«Θα πρέπει να αναγνωριστεί από την Πολιτεία ότι οι συνθήκες γύρω απ’ αυτές τις υιοθεσίες, εκείνη την περίοδο, ήταν προβληματικές αλλά και το τραύμα που φέρουν πολλά απ’ αυτά τα υιοθετημένα παιδιά», λέει η Ευτυχία, σημειώνοντας πως «η αποκατάσταση όσων έχασαν τα γεννημένα στην Ελλάδα υιοθετημένα παιδιά από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου -τις οικογένειές τους, την πολιτιστική τους ταυτότητα και κληρονομιά- μόνο όφελος θα φέρει».
«Θα κερδηθεί μια χαμένη γενιά υπερήφανων Ελλήνων πολιτών, που το μόνο που θέλουν είναι να έρθουν στο σπίτι τους και να μεταφέρουν την αγάπη τους για την Ελλάδα και τους ανθρώπους της στις επόμενες γενιές», υπογραμμίζει, ζητώντας τη στήριξη της Πολιτείας στην προσπάθεια που γίνεται για να βρουν και άλλοι -γεννημένοι στην Ελλάδα, όπως η ίδια- υιοθετημένοι στην Αμερική, τις ρίζες τους και τις βιολογικές τους οικογένειες και να τούς δοθεί το δικαίωμα να αναγνωριστούν ως Έλληνες πολίτες, για να αισθανθούν, όπως λέει, ότι ο τόπος στον οποίο είδαν το πρώτο φως της ζωής δεν τους έχει ξεχάσει.
Η Ευτυχία με την οικογένειά της, κατά την αποφοίτηση της κόρης της
«Θέλω να φύγω από αυτή τη γη ως πραγματικός Έλληνας»
Ο Μάικλ Σουάντ (Michael Schwandt), ο οποίος γεννήθηκε το 1956 στην Αμαλιάδα ως Μηνάς Τσουκαλάς, κατάφερε να εντοπίσει τη βιολογική του μητέρα 44 χρόνια μετά την υιοθεσία του στην Αμερική, αλλά η μοίρα τού έπαιξε τραγικό παιχνίδι καθώς η Σταυρούλα Τσουκαλά έφυγε από τη ζωή λίγες ημέρες προτού ο ίδιος έρθει στην Ελλάδα για να τη συναντήσει. «Ακόμη θρηνώ για το γεγονός ότι δεν κατάφερα ποτέ να τη συναντήσω», γράφει ο ίδιος σε ένα κείμενό του, με τον τίτλο «προσωπική έκκληση».
«Θέλω να φύγω απ’ αυτή τη γη ως πραγματικός Έλληνας», γράφει, εξηγώντας πως θέλει να αναγνωριστεί επίσημα η ελληνική του καταγωγή ώστε να μπορούν τα παιδιά του να είναι υπερήφανα και να «αγκαλιάσουν» την πραγματική τους κληρονομιά, τις πραγματικές τους ρίζες.
«Το όνομά μου είναι Γιαννούλα. Γεννήθηκα στη Μεσσηνία, στην Ελλάδα, το 1957. Η μητέρα μου, Χαρίκλεια, ήταν χήρα προτού γεννηθώ κι έμεινε μόνη να φροντίσει και να μεγαλώσει πέντε παιδιά. Η γιαγιά μου την έπεισε να με δώσει για υιοθεσία μέσω ενός δικηγόρου που συνεργαζόταν με ζευγάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σε ηλικία 14 μηνών ήμουν ήδη πάνω σ’ ένα αεροπλάνο με προορισμό το Τέξας», είναι μία άλλη από τις μαρτυρίες μιας 65χρονης (σήμερα) γυναίκας, που είχε την τύχη κι αυτή να επανενωθεί με τη βιολογική της οικογένεια, αλλά δεν γνώριζε, όπως λέει, πως το διαβατήριο που εκδόθηκε το 1958 στο όνομά της για να ταξιδέψει στην Αμερική ήταν «one way», χωρίς επιστροφή…
Η αγωνία όσων αναζητούν τις ρίζες τους και θέλουν να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια είναι ο χρόνος που κυλά, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Ευτυχία. Χαρακτηριστικό είναι αυτό που γράφει, εξιστορώντας τη δική του περίπτωση υιοθεσίας και την αγωνία του να επανασυνδεθεί με τις ρίζες του, ο Μέριλ Τζένκινς (Merill Merrill Jenkins) ή Μήτσος Δημητρίου: «Ο χρόνος τελειώνει για εμάς»…
Αντίστροφη μέτρηση για το πρώτο reunion των υιοθετημένων στην Αμερική
Αυτό τον καιρό, η Ευτυχία δουλεύει πυρετωδώς ώστε όλα να είναι έτοιμα στις 4-6 Αυγούστου, για το πρώτο reunion των υιοθετημένων στις Ηνωμένες Πολιτείες παιδιών από την Ελλάδα εκείνης της περιόδου. «Θα έρθουν από όλη την Αμερική!», λέει με ενθουσιασμό θέλοντας η επόμενη συνάντηση αυτού του είδους να γίνει του χρόνου, επί ελληνικού εδάφους.
«Είμαι πολύ ενθουσιασμένη και ταυτόχρονα συγκινημένη», εξομολογείται και ανυπομονεί για το επόμενο ταξίδι της στην Ελλάδα, αφού πλέον μοιράζει τον χρόνο της μεταξύ Αμερικής και Ελλάδας, με τη Ναυπακτία, όπου έχει πλέον το δικό της σπίτι, να είναι το επίκεντρο του δικού της (ελληνικού) κόσμου…
Πηγή: iefimerida