Στην Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία ο εορτασμός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου περιλαμβάνει κατά πρώτο λόγο το θάνατο και την ταφή της Παναγίας και κατά δεύτερο, την ανάσταση και τη μετάστασή της στους ουρανούς.
Η Κοίμηση της Θεοτόκου (15 Αυγούστου) αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες γιορτές της Χριστιανοσύνης και στην Ελλάδα γιορτάζεται από τη μία άκρη της Ελλάδος ως την άλλη με ιδιαίτερη λαμπρότητα και ευλάβεια, τιμώντας έτσι το ιερότερο πρόσωπο της Ορθοδοξίας, την Παναγία.
Η Παναγία, διεκδικεί τα περισσότερα προσωνύμια που προέρχονται από τον τρόπο αγιογραφίας της Εικόνας Της (π.χ. Βρεφοκρατούσα, Γλυκοφιλούσα), από τη θεολογική ιδιότητα (π.χ. Ελεούσα, Κυρά, Μεγαλόχαρη), από την παλαιότητα του εικονίσματός Της (π.χ. Μαυριώτισσα, Γερόντισσα), τον τρόπο εύρεσης της εικόνας Της (π.χ. Θεοσκέπαστης, Σπηλαιώτισσας, Πλατανιώτισσας, Πορταΐτισσας, Μυρτιδιώτισσας, Φανερωμένης), τον τόπο προέλευσης της εικόνας (π.χ. Αθηνιώτισσα, Αργοκοιλιώτισσα, Βατοπεδινή, Πολίτισσα). Τέλος, απαντώνται προσωνύμια που δίνονται ανάλογα της εποχής και των εργασιών που συμπίπτει η εορτή της (π.χ. Φλεβαριανή, Μεσοσπορίτισσα, Ακαθή – εκ του Ακάθιστου ύμνου).
Mέρα αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου
Η μέρα αυτή είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου δεν είναι στις περισσότερες περιπτώσεις μέρα πένθους για μια αγαπημένη γυναίκα που «έφυγε» αλλά γιορτή χαράς και αγαλλίασης για το σμίξιμο της μητέρας με τον αγαπημένο της γιο, την άνθηση της φύσης, την πλημμύρα των συναισθημάτων, την επιστροφή των ανθρώπων στη γενέθλια γη τους.
«Επιτάφιος» και «Εγκώμια»
Όταν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί μιλούν για «Επιτάφιο» και «Εγκώμια», αμέσως ο νους πηγαίνει συνήθως στη Μεγάλη Παρασκευή, όπου το πλήθος των πιστών έρχεται να προσκυνήσει μέσα στο ανθοστόλιστο κουβούκλιο το εικονιζόμενο Σώμα του Χριστού.
Αναπόσπαστο, πλέον, στοιχείο του Δεκαπενταυγούστου σε πολλά μέρη στην Ελλάδα είναι η τέλεση της λεγομένης «Ακολουθίας του Επιταφίου» της Παναγίας. Υπάρχει η ευλαβής συνήθεια του Ορθοδόξου κόσμου να στολίζουν επιτάφιο με άνθη την ημέρα του Δεκαπενταύγουστου, και μέσα εκεί να αποθέτουν εικόνα Κοιμήσεως της Παρθένου, και να της ψάλλουν επίσης Εγκώμια με συντριβή και κατάνυξη που θυμίζει τις πένθιμες ώρες της Μεγάλης Παρασκευής. Έτσι κάνουν συνήθως σε πολλά Ορθόδοξα Μοναστήρια, αφού είναι γνωστή η ιδιαίτερη ευλάβεια των Ορθοδόξων Μοναχών προς το πάνσεπτο πρόσωπο της Αειπαρθένου, στην οποία άλλωστε έχουν αφιερώσει κι ολόκληρο το Άγιον Όρος ως αποκλειστικά δικό Της περιβόλι.
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία ο εορτασμός της Κοίμησης της Θεοτόκου περιλαμβάνει κατά πρώτο λόγο το θάνατο και την ταφή της Παναγίας και κατά δεύτερο την ανάσταση και τη μετάστασή της στους ουρανούς.
Για την Κοίμηση της Θεοτόκου δεν υπάρχουν πληροφορίες από την Καινή Διαθήκη. Γι’ αυτήν μαθαίνουμε από τις διηγήσεις σημαντικών εκκλησιαστικών ανδρών, όπως των Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, Διονυσίου του Αρεοπαγίτη, Μόδεστου Ιεροσολύμων, Ανδρέα Κρήτης, Γερμανού Κωνσταντινουπόλεως, Ιωάννη Δαμασκηνού κ.ά., καθώς και από τα σχετικά τροπάρια της εκκλησιαστικής υμνολογίας.
Στα κείμενα αυτά διασώζεται η «αρχαία και αληθεστάτη» παράδοση της Εκκλησίας γι’ αυτό το Θεομητορικό γεγονός.
Έτσι, λοιπόν, κατά την εκκλησιαστική παράδοση, η μητέρα του Ιησού Χριστού, Μαρία (η Θεοτόκος και Παναγία), πληροφορήθηκε τον επικείμενο θάνατό της από έναν άγγελο τρεις ημέρες προτού αυτός συμβεί και άρχισε να προετοιμάζεται κατάλληλα.
Προσεύχεται στο όρος των Ελαιών και δίνει τα υπάρχοντά της σε δύο γειτόνισσές της χήρες. Επειδή κατά την ημέρα της Κοίμησής της δεν ήταν όλοι οι Απόστολοι στα Ιεροσόλυμα, καθώς κήρυτταν «απανταχού γης», μια νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε κοντά της. Μοναδικός απών ο απόστολος Θωμάς.
Η Κοίμηση της Θεοτόκου συνέβη στο σπίτι του Ευαγγελιστή Ιωάννη, στο οποίο διέμενε η μητέρα του Θεανθρώπου. Αφού της έκλεισαν τα μάτια, οι Απόστολοι μετέφεραν το νεκροκρέβατό της στον κήπο της Γεθσημανής, όπου και την έθαψαν. Κατά τη μεταφορά του λειψάνου της, φανατικοί Ιουδαίοι αποπειράθηκαν να ανατρέψουν το νεκροκρέβατό της, αλλά τυφλώθηκαν. Μόνο ένας από αυτούς κατόρθωσε να το ακουμπήσει, αλλά μια αόρατη ρομφαία του έκοψε τα χέρια.
Μοναδικός απών από την κηδεία της υπήρξε, όπως προαναφέραμε, ο Απόστολος Θωμάς. Όταν μετά από τρεις ημέρες πήγε στον τάφο της, βρήκε μόνο τα εντάφια. Προφανώς, η Παναγία είχε αναστηθεί. Πάνω στον τάφο της χτίστηκε μεγαλοπρεπής ναός, που αποδίδεται στην Αγία Ελένη.
Μετά την καταστροφή του, ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Μαρκιανός (450-457) με τη δεύτερη σύζυγό του Πουλχερία έχτισαν ένα νέο ναό, που υπάρχει μέχρι σήμερα.
Η Κοίμηση της Θεοτόκου εορταζόταν αρχικά στις 13 Αυγούστου και από το 460 στις 15 Αυγούστου.
Στην Ελλάδα, η Κοίμηση της Θεοτόκου εορτάζεται με ιδιαίτερη λαμπρότητα, ονομάζεται δε και «Πάσχα του Καλοκαιριού». Σε πολλά νησιά του Αιγαίου (Τήνος, Πάρος, Πάτμος) στολίζουν και περιφέρουν επιτάφιο προς τιμήν της Παναγίας. Σε πόλεις και χωριά ανά την επικράτεια, σε εκκλησίες αφιερωμένες στην Κοίμηση της Θεοτόκου διοργανώνονται παραδοσιακά πανηγύρια, που καταλήγουν σε γενικευμένο γλέντι. Η Κοίμηση της Θεοτόκου δεν είναι ένα πένθιμο γεγονός για τον λαό, επειδή η Παναγία «μετέστη προς την ζωήν». Εξάλλου, τον Δεκαπενταύγουστο γιορτάζουν ο Παναγιώτης, η Μαρία και η Δέσποινα.
Η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου γιορτάζεται με λιγότερο εμφατικό τρόπο στις λοιπές ορθόδοξες και καθολικές χώρες του κόσμου, στις περισσότερες από τις οποίες ο Δεκαπενταύγουστος είναι επίσημη αργία, όπως και στην Ελλάδα.
Εξωβιβλικές πηγές της εορτής
Με δεδομένο πως απουσιάζουν μαρτυρίες σχετικές με τα γεγονότα της κοιμήσεως της Θεοτόκου, το εορτολογικό περιεχόμενό της το εντοπίζουμε σε εξωβιβλικές μαρτυρίες. Έτσι έχουμε ένα απόκρυφο κείμενο με τίτλο De transitu beatae Mariae virginis (Περί μεταστάσεως της μακαρίας Παρθένου Μαρίας) χρονολογούμενο τον 5ο αιώνα και είναι λατινική μετάφραση παλιότερου χαμένου ελληνικού πρωτοτύπου. Γύρω στον 6ο αιώνα έχουμε λατινική μετάφραση ενός άλλου απόκρυφου έργου με τίτλο Joannis liber de Dormitione Mariae (βίβλος Ιωάννου περί της κοιμήσεως της Μαρίας) ενώ εκδόθηκε και συριακή μετάφραση. Η λατινική μετάφραση του Transitus αποτελεί ελεύθερη απόδοση του συριακού Joanis liber.
Για άλλους ερευνητές το Transitus δεν είναι τίποτε άλλο παρά συμπερίληψη όλων των περί Κοιμήσεως απόκρυφων αφηγήσεων. Το αρχικό πρωτότυπο δεν αποκλείεται επίσης να ήταν και ελληνικό, χρονολογούμενο στα τέλη του 4ου με αρχές του 5ου αι. και μεταφράστηκε στα κοπτικά, λατινικά και αραβικά και ίσως αποτελεί σύνοψη αρχαιότερων πηγών από τον 2ο αι. μ.Χ. Σε κάθε περίπτωση οι απόκρυφες αφηγήσεις συνδέονται με το εορτολογικό περιεχόμενο της εορτής και όχι με το πώς εμφανίστηκε η εορτή.
Η περί του τόπου ταφής της Θεοτόκου παράδοση
Η παλιότερη αναφορά στον τόπο ταφής της Θεοτόκου προέρχεται από τον 5ο αιώνα και συνδέεται με τα Ιεροσόλυμα. Οδοιπορικά του 6ου αιώνα (Θεοδόσιος το 530, Αντώνιος Πλακεντίας το 570) προσδιορίζουν τον τάφο της στη Γεθσημανή.
Τον 7ο αιώνα, τον ίδιο τόπο προσδιορίζει και ο Σοφρώνιος Ιεροσολύμων, και στο Breviarius de Hierosolyma η Έφεσος θεωρείται ένας εναλλακτικός τόπος ταφής της Θεοτόκου θεμελιωμένος από την απόκρυφη παράδοση που θέλει τον Ευαγγελιστή Ιωάννη όταν ήλθε στην Έφεσο να έφερε μαζί του και τη Θεοτόκο αλλά και από τη σύγκληση της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου στο ναό της αγίας Μαρίας στην πόλη αυτή. Αυτή η άποψη εκφέρεται κυρίως από την Καθολική Εκκλησία.
Η εορτολογική εξέλιξη προς τη 15η Αυγούστου
Στον δρόμο από την Ιερουσαλήμ προς τη Βηθλεέμ υπάρχει μια τοποθεσία ονόματι Κάθισμα στο οποίο σύμφωνα με την απόκρυφη παράδοση η Θεοτόκος λίγο πριν την κύησή της ζήτησε από τον Ιωσήφ να ξεκουραστεί. Εκεί χτίσθηκε ναός στα χρόνια του Ιουβενάλιου Ιεροσολύμων (417-458). Λειτουργιολόγοι εικάζουν πως η ημερομηνία της εορτής μνήμης της Θεοτόκου που εορταζόταν εκεί ήταν στις 13 Αυγούστου.
Από τα μέσα του 5ου αιώνα ο αυτοκράτορας Μαρκιανός κτίζει ναό προς τιμήν της Θεοτόκου στη Γεθσημανή και τρία χρόνια μετά τον θάνατό του, το 460, εμφανίζεται για πρώτη φορά η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου στον συγκεκριμένο ναό, εκτοπίζοντας την παλαιότερη του Καθίσματος. Προς επίρρωσιν αυτής της πληροφορίας είναι και εκείνη από το Γεωργιανό κανονάριο, κειμένου που αποτυπώνει την ιεροσολυμιτική λατρεία ανάμεσα στα 450-750μ.Χ., το οποίο μας πληροφορεί ότι στις 15 Αυγούστου τιμάται η μνήμη της Θεοτόκου στη Γεθσημανή στο ναό του αυτοκράτορα Μαρκιανού.
Προς την κατεύθυνση της καθιέρωσης της εορτής της Κοιμήσεως κινήθηκε η διατύπωση του ορθόδοξου Μαριολογικού δόγματος κατά την Γ’ Οικουμενική Σύνοδο. Τελικά, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Νικηφόρου Κάλλιστου, ο αυτοκράτορας Μαυρίκιος περί τα τέλη του 6ου αιώνα καθόρισε διά διατάγματος την επιτέλεση της εορτής στις 15 Αυγούστου. Δεν επρόκειτο για τη σύσταση νέας εορτής αλλά για την επίσημη υιοθεσία της ιεροσολυμιτικής ημερομηνίας.
Νηστεία
Κατά την Ορθόδοξη παράδοση, είθισται περίοδος νηστείας για τη συγκεκριμένη εορτή, που καθιερώθηκε τον 7ο αιώνα. Αρχικά ήταν χωρισμένη σε δύο περιόδους, εκείνη πριν την γιορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα και εκείνη πριν της γιορτής της Κοίμησης της Θεοτόκου. Το 10ο αιώνα, συνενώθηκαν σε μια νηστεία που περιλαμβάνει 14 ημέρες και ξεκινά την 1η Αυγούστου. Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης νηστείας, νηστεύεται το λάδι εκτός του Σαββάτου και της Κυριακής, ενώ στη γιορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα καταλύεται το ψάρι. Κατά τη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου καταλύονται τα πάντα, εκτός κι αν η γιορτή πέσει σε ημέρα Τετάρτη ή Παρασκευή, οπότε καταλύεται μόνο το ψάρι.
Δεκαπενταύγουστος- Τήνος: Το τάμα στην εικόνα της Παναγίας
Το μεγαλύτερο προσκύνημα κάθε χρόνο γίνεται στην Τήνο με τους πιστούς γονυπετείς να φτάνουν στο ναό της Ευαγγελίστριας για να εκπληρώσουν το τάμα τους στην εικόνα της Παναγίας. Ο Ιερός Ναός Ευαγγελιστρίας χτίστηκε στο σημείο όπου βρέθηκε η Εικόνα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Η εικόνα θεωρείται από τους πιστούς θαυματουργή γι’ αυτό και χιλιάδες πιστών κάθε χρόνο ανηφορίζουν με θρησκευτική ευλάβεια προς το Ναό. Μάλιστα, η εύρεση της Αγίας Εικόνας το 1823 θεωρήθηκε θεϊκός οιωνός για το δίκαιο και την επιτυχία της επανάστασης ενάντια στον τουρκικό ζυγό, ενώ η ανέγερση του μεγαλοπρεπούς ναού αποτελεί το πρώτο μεγάλο αρχιτεκτονικό έργο του νεοσυσταθέντος ελληνικού κράτους.